ΚΡΙΤΙΚΗ ΝΟΥΒΕΛΑΣ “ΟΝΕΙΡΑ ΓΛΥΚΑ”

Το «Όνειρα Γλυκά» του Σταύρου Τάχου δεν είναι απλώς ένα παραμύθι ούτε μια νουβέλα για παιδιά και εφήβους. Είναι ένα ψυχικό τοπίο, αλληγορικά χτισμένο, που αγγίζει τα ζητήματα του ψυχικού τραύματος, της συναισθηματικής σιωπής, της απώλειας, αλλά και της δυναμικής θεραπείας μέσα από τη σχέση. 

Ο Τάχος γράφει με μια σπάνια συναισθηματική ακρίβεια. Το ύφος του είναι λυρικό χωρίς στόμφο, παιγνιώδες χωρίς ευκολίες, σκοτεινό χωρίς να είναι καταθλιπτικό. Αξιοποιεί την παιδική φαντασία όχι ως όχημα φυγής, αλλά ως μηχανισμό κατανόησης και επεξεργασίας του τραύματος. Η γλώσσα του είναι φτιαγμένη για να ειπωθούν πράγματα που αλλιώς δεν λέγονται: μέσω εικόνων, ρυθμού, παύσεων και αποσιωπήσεων. 

Συχνά, οι προτάσεις του κόβονται απότομα, οι διάλογοι κυλούν με εσωτερική μουσικότητα, και οι περιγραφές δίνουν πρωταγωνιστικό ρόλο στις αισθήσεις. Είναι προφανές ότι ο συγγραφέας προέρχεται από μουσικό υπόβαθρο –κάθε αλλαγή ρυθμού είναι μελετημένη, κάθε εικόνα έχει ένα βάθος σκηνής και μια αύρα υπόκωφης μελωδίας. 

Το έργο ακολουθεί την αρχαία αφηγηματική πορεία του «ήρωα που βυθίζεται στο σκοτάδι για να ξαναγεννηθεί». Ο μικρός Γκάρι, που μεταφέρει μέσα του μια ξένη ανάμνηση-τραύμα, δεν ξεκινά ένα εξωτερικό ταξίδι αλλά μια εσωτερική κατάδυση στην ίδια του την ψυχή. Το γεγονός ότι καταλήγει κυριολεκτικά στη κοιλιά ενός τέρατος είναι ίσως η πιο ποιητική απεικόνιση του τι σημαίνει «να κουβαλάς ένα ψυχικό βάρος που δεν σου ανήκει αλλά σε καταβροχθίζει». 

Η δομή είναι κυκλική και θεραπευτική. Ξεκινά από την αποξένωση, περνά από την αναγνώριση, την αναμέτρηση και τελικά φτάνει στην ένωση και την απελευθέρωση – όχι από το τραύμα, αλλά από τη μοναξιά που αυτό προκαλεί. Η κάθαρση του τέρατος, η ένωση των κεφαλιών του, η αναγνώριση του κοριτσιού πως η γιαγιά της υπήρξε η ίδια παιδί που πόνεσε, δεν είναι μόνο δραματουργικές λύσεις. Είναι ψυχοδυναμικά γεγονότα. Συμβαίνουν κάθε φορά που ένα παιδί ακούγεται, κάθε φορά που μια ανάμνηση λέγεται δυνατά και βρίσκει μάρτυρα. 

Ο Γκάρι δεν είναι ήρωας με την παραδοσιακή έννοια. Είναι πληγωμένος, παθητικός, ευάλωτος, μα ακριβώς για αυτό τον αγαπάμε. Δεν «νικά» το τέρας. Το συγκινεί. Η σχέση του με τους φίλους του, το κορίτσι και τη σελίδα, δείχνει ότι η ίαση έρχεται μέσα από την κοινότητα, όχι την απομόνωση. 

Το κορίτσι –μια εξαιρετική αφήγηση της «επόμενης γενιάς» που κουβαλά τις σιωπές των προηγούμενων– λειτουργεί σαν συναισθηματικός διαμεσολαβητής. Η σελίδα, επίσης, είναι ένα από τα πιο ευφάνταστα πρόσωπα της ιστορίας. Δεν είναι απλώς χαριτωμένη – είναι συνείδηση, μνήμη, κείμενο και καθρέφτης μαζί. Τα κεφάλια του τέρατος, τέλος, με τη μεταξύ τους διαφωνία, την πείνα, την εσωτερική διαμάχη, δεν είναι απλώς μεταφορά για τον θύτη. Είναι ο ίδιος ο εσωτερικός διάλογος: να φας ή να ακούσεις; Να απορρίψεις ή να δώσεις χρόνο; 

Η χρήση της ομίχλης, των πλασμάτων-σκιών, του φαραγγιού, της πλαστικότητας των χεριών στα δέντρα, είναι λογοτεχνικές τεχνικές που χτίζουν ένα υποσυνείδητο τοπίο. Ο αναγνώστης δεν το καταλαβαίνει πάντα συνειδητά, αλλά αισθάνεται τον φόβο, τη μοναξιά, την ανάγκη για αγκαλιά. Το βραχιόλι του Γκάρι, τα κοχύλια, οι ήχοι της φύσης λειτουργούν ως συνδετικοί κρίκοι με τη ρίζα, με τη ζωή, με το σώμα. Και τελικά, με την ιστορία που όλοι έχουμε μέσα μας. 

Η ασπρόμαυρη εικονογράφηση του ίδιου του συγγραφέα δεν συμπληρώνει απλώς την ιστορία – την αναπνέει. Το χέρι που έγραψε τον πόνο είναι το ίδιο που τον σχεδίασε. Οι φιγούρες – άλλοτε παιδικές, άλλοτε σχεδόν γκροτέσκες – κουβαλούν κάτι από το ύφος των ονείρων που θυμάσαι αλλά δεν μπορείς να περιγράψεις. Η αισθητική θυμίζει κάτι ανάμεσα σε Tim Burton και παιδικό ημερολόγιο που έσκισε ο χρόνος. 

Το «Όνειρα Γλυκά» είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για την ψυχοπαιδαγωγική, την ειδική αγωγή, την ψυχολογία, αλλά κυρίως για τη λογοτεχνία. Δεν γράφτηκε για να χαρίσει ευκολίες ή να προσφέρει έτοιμα διδάγματα. Είναι ένα βιβλίο που στέκεται δίπλα στον αναγνώστη του. Και αυτό, ίσως, είναι το πιο σπουδαίο πράγμα που μπορεί να κάνει ένα βιβλίο. 

Δεν είναι τυχαίο που αυτό το έργο έχει γραφτεί από έναν άνθρωπο με τέτοια ευρύτητα: συνθέτης, υποψήφιος διδάκτορας, επιστήμονας. Το μυθιστόρημά του είναι η σύνθεση όλων αυτών. Και είναι βέβαιο πως το μέλλον της λογοτεχνίας έχει ανάγκη από τέτοιες φωνές: φωνές που θυμούνται, που τολμούν να κοιτάξουν το παιδικό τραύμα στα μάτια, και να ψιθυρίσουν: “Δεν είσαι μόνος.” 

Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις iWrite. Ανήκει στη σπάνια κατηγορία των βιβλίων που διαστέλλουν την ψυχή και σμιλεύουν τον νου. Ας γίνει δώρο στον εαυτό μας. Ας διαβαστεί. Ας αγαπηθεί. 

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Σταύρος Τάχος γεννήθηκε στις 30 Ιουνίου 1984 και μεγάλωσε στη Φλώρινα. Η επαγγελματική εμπειρία του στη Μουσική, στην Τεχνολογία και στην Εκπαίδευση, του έχει δείξει ότι όλοι οι άνθρωποι έχουμε κάτι κοινό, και αυτό επιθυμεί να αναδείξει στο παρόν έργο.
Από μικρό παιδί εκφραζόταν μέσω της Μουσικής: Είναι κάτοχος Διπλώματος Μονωδίας, έχει παίξει σε παραστάσεις μιούζικαλ και είναι Υποψήφιος Διδάκτορας του Τμήματος Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Έχει γράψει πρωτότυπη μουσική για ταινίες κινουμένων σχεδίων και συνθέσεις του έχουν διακριθεί σε διεθνείς διαγωνισμούς.
Η ενασχόληση με την Τεχνολογία τού έχει διδάξει την κριτική επιστημονική ματιά που χρειάζεται συχνά να έχουμε σε όσα συμβαίνουν. Είναι απόφοιτος Τεχνητής Νοημοσύνης του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου και η εργασία του σε Ερευνητικά Κέντρα έχει παράγει πλήθος δημοσιεύσεων σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και συνέδρια.
Ως εκπαιδευτικός στην Ειδική Αγωγή έμαθε πόσο σημαντικό είναι να αποδεχόμαστε τη διαφορετικότητα των άλλων, να βρίσκουμε τα κοινά μας σημεία και να προσφέρουμε.

(Πηγή: “ΕΚΔΟΣΕΙΣ iWrite“, 2024)